26.8.14

έλα και τρύγησε με

Δεν έχω άλλο χρόνο για να πολεμήσω την αδυσώπητη φύση σου 
μήτε τα παιχνίδια που μου τάζουν τ βλέφαρα σου.
κοντεύω να εξαρθρώσω κάθε μου νεύμα,να το μετατρέψω σε μικρο πήλινο αγγείο ,
να στο χαρίσω να πίνεις το τσάι σου το χειμώνα που θα λείψω.
θα λείΨω όμορφη φράση
το θα λειΠω κρύβει κάτι άλλο
κάτι σαν αυτό το τελευταίο γύρισμα του κεφαλιού
μετά από κάθε αποχαιρετισμο στις αποβάθρες ή ίσως στα αεροδρόμια .
Μια απειλή,ένα κοντοσταματημα .
''Θα λείΠω όταν εσύ'' ..
Ναι συνήθιζες να το λες .
Ενώ εγώ Καθετότατη.
Θα λειΨω .-
Τελεία και παύλα

Συνυπάρχω με μεσημεριανά όνειρα.
Να,
βλέπω πως αρπάζω ολόκληρα κομμάτια από γεμιστές τομάτες και μελιτζάνες με ρύζι και μπαχαρικά κ μπόλικο δυόσμο ,ξεροψημένα όπως είναι τα μπουκώνω στο στόμα μου.
Νιώθω τη κοιλιά μου να φουσκώνει και να πιέζει το στρώμα
 -έμαθα να κοιμάμαι μπρούμυτα από τότε που  έφυγες για να μην παίρνουν φωτιά οι ρώγες μου κάθε που σε βλέπω στο ταβάνι να διασκελίζεις τον αργόσυρτο ύπνο μου-
Ξυπνάω απόγευμα ,
βαρύ και ασήκωτο,
με την υγρασία να φαρμακώνει όντα και μη όντα.
και σέρνομαι με το στομάχι χορτασμένο από ένα όνειρο
και τον ουρανίσκο να μάχεται για λίγη ακόμα από τη δροσιά του δυόσμου και το λεπτό απόηχο που αφήνει ο κουρκουμας στο ρύζι.

Πικρή η γεύση από τα σίδερα 
Τα πηδώ και τρέχω στη παραλία με χάρη και σβελτάδα.
μετράω τις διαδρομές σε μίλια και κερδίζω πόντους σε κάθε σκαλοπάτι που -δεν- σκοντάφτω.

Ένας αλγόριθμος 
μου θύμισε τα νύχια σου τότε μέσα στα μπλε καθίσματα του λεωφορείου 
που μου παριστανες Εμένα ,
τάχα πως ξέρεις καλύτερα τις ολοδικές μου μεταμφιέσεις .
Ήμουν ένα πλάσμα απαρηγόρητο
πως να καταφέρεις να με περιγράψεις εσύ,
μια τόσο Μοναδικά Γλυκιά Ύπαρξη ;
Πανέμορφα νύχια είχες,όμως.
Το παραδέχομαι.
Ερωτευσιμα

Σκάω.
Λυγίζω.
Προβλέπω να αργήσει και ο τρύγος για φέτος 
και άδικα το υπερβολικό ξεφύλλισμα που έκανα για να τον προλάβω.
Ας είναι.
Αγοράζω σταφύλια μαύρα
 και τα κρεμάω στο λαιμό μου
 και ύστερα τα ζουλάω στον ομφαλό μου
 και σχηματίζω τα φρύδια σου.
έτσι μαύρα και παχιά 
και ενωμένα με το σύμπαν ολόκληρο.

Με τα χυμώδη φρύδια σου έμαθα να διατηρούμαι.
Με τον μελαχρινό σου μούστο .


Έλα και τρύγησε με ,θα σου πω ένα πρωινό 
Και θα με πατήσεις τόσο δυνατά με τις φτέρνες σου 
που μονάχα έρωτα θα μου προσφέρεις.


20.8.14

ένα λάθος δυο λάθη τρία λάθη

''Επιτέλους υγράνθηκαν λίγο τα ματάκια σου'' , του είπε
''Η μοναξιά δεν έβλαψε ποτέ κανέναν'' της είπε.
''Αυτό που σε βλάπτει είναι η συνήθειά της
και η παραίτηση σου προς κάθε είδος κοινωνικής επαφής.
Μονάχα η συμβιβασμένη αποφυγή της σε σκοτώνει.
Να το θυμάσαι αυτό..''
''Είμαι ολόκληρη μια βλάβη'' ,του είπε σαν να μην το άκουγε πια.

Κυλάω σε αδιάφορα μονοπάτια.
Οι στιγμές έχουν χάσει τη σειρά τους.
Τα γεγονότα αλληλοσυγκρούονται χωρίς αξία
Ο ύπνος λείπει όπως κ εσύ.
3 ώρες .
Καλοκαιρινά πρωινά με υγρά μαξιλάρια και μπόλικο γιαούρτι απλωμένο στις καμένες σου γάμπες.
Θυμάσαι ;
Καλοκαίρι στο λιβάδι εκείνο.
Με έβγαζες φωτογραφίες καθώς χάιδευα την ουρά ενός αλόγου.
Είχα μαζέψει στάχυα στις τσέπες μου
και να τώρα
περίπου 3 χρόνια αργότερα,
οδηγάω  τρακτέρ και φτιάχνω αχυρόμπαλες μεγάλες και βαριές,που σε καμιά τσέπη δεν χωράνε.

''Αυτό που δεν μπορώ να συνηθίσω είναι η ανάμνηση της γλυκιάς συνύπαρξης μας'' θα σου έλεγα.
Αυτό το γέμισμα στα πνευμόνια σαν να σου περισσεύει ο αέρας
Θέλω λίγο ακόμα από εκείνο το μπούκωμα
Γιατί τώρα όσο και να εισπνέω και να ρουφάω και να ταρακουνιεμαι ολόκληρη ,
συνεχώς αδειάζω.
Πνίγομαι και βήχω.
Αντιστράφηκε η διαδικασία,βλέπεις.
Αντιστράφηκε και η εξίσωση.
Συνεχώς αφαιρούμαι .
Αρνητική ύπαρξη κοντεύω να γίνω.


Μου είχες τάξει πολλά
Ταξίδια και διαδρομές στο νησί μου.
''και ας θυμώσουν οι Κυκλάδες σου'',μου είχες πει.
''Εμείς θα πάμε στο Νησί σου,θα δεις.''
Όλα δικά μας,
και τα μαλλιά σου να μπλέκονται στα ελαιόδενδρα και στα μισάνοιχτα τζάμια του αυτοκινήτου.
Μεγάλο στόμα είχες εκείνο το καιρό..
ίσως γιατί τίποτα από όλα αυτά δεν πίστεψες ποτέ σου.
ίσως γιατί ήμουν πιο γκρινιάρα από ποτέ 
και συνεχώς απαιτούσα.
Απαιτούσα.

Κοίτα,
Ακόμα και η γιαγιάκα στο απέναντι μπαλκόνι ,σήμερα έχει συντροφιά.
Και καίνε τα κεράκια στο μικρό τραπεζάκι της.
Και καίει το κόκκινο φως στο δωμάτιο της Α.
και καίγομαι κ εγώ σαν ανύπαρκτη σκιά στο τοίχο.

Πόσο άραγε αντέχει μια σκιά δίχως φως τριγύρω ;

Δίχως λίγο-ελάχιστο- φως ;